27 Σεπ 2008

Πες μου το φύλο σου, να σου πω το μισθό σου

Στην αγορά εργασίας, οι μεταβλητές για καθορισμό των μισθών καθώς και των εργασιακών δομών που υπάρχουν, είναι δύσκολο να απλοποιηθούν για να γίνουν πιο κατανοητά φαινόμενα όπως η ανισομισθία μεταξύ αντρών και γυναικών. Σ’ ένα, όμως υποθετικό σενάριο, όπου μία γυναίκα και ένας άντρας έχουν τα ίδια χαρακτηριστικά ανθρωπίνου δυναμικού – εκπαίδευση, διπλώματα, αρχαιότητα – ο εργοδότης ποιον θα επιλέξει;

Στις έρευνες που έχουν προηγηθεί η ανισομισθία αναλύθηκε περισσότερο από μία οπτική κυρίως οικονομική. Μια ανάλυση που διαχωρίζεται σ’ένα κομμάτι εξηγήσιμο, βασισμένο σε οικονομικούς παράγοντες, και σ’ένα κομμάτι μη εξηγήσιμο, μικρότερο από το πρώτο, βασισμένο στην άμεση και έμμεση διάκριση.

Η ‘επιλογή’ των γυναικών να συγκεντρώνονται σε θέσεις ημι-απασχόλησης, η μειωμένη επαγγελματική επένδυση των γυναικών, ο διαχωρισμός γυναικείων και αντρικών επαγγελμάτων, καθώς και η παρουσία των γυναικών σε χαμηλόμισθες θέσεις εργασίας ή των αντρών στη κορυφή της ιεραρχίας, αποτελούν τις βασικές γραμμές της οικονομικής επεξήγησης των μισθολογικών διαφορών. Η ανισομισθία έχει αναλυθεί ποικιλοτρόπως από την οικονομική της σκοπιά, δίνοντας έτσι μάλλον μια ‘μονόπλευρη’ εξήγηση του φαινομένου.
Η κατανόηση του μισθολογικού χάσματος θα ήταν πιο ολοκληρωμένη αν συμπεριλάμβανε και μια λογική περισσότερο κοινωνιολογική. Οι δομές της κοινωνίας μας, όπου αναπτύσσεται και η αγορά εργασίας, δεν είναι απλό να εξηγηθούν μόνο από θεωρίες και αριθμούς. Σε μια κοινωνία σχετικά παραδοσιακή, όπως αυτή της Κύπρου, είναι σημαντικό, να αναγνωρίσουμε πως οι επιλογές των ατόμων, η εκτίμηση που λαμβάνουν και οι σχέσεις μεταξύ των δυο φύλων, επηρεάζουν και τη θέση του καθενός στην αγορά εργασίας. ‘Πατριαρχικές’ λογικές, υποτίμηση της γυναίκας και των ικανοτήτων της, ανωτερότητα του άντρα, είναι χαρακτηριστικά που ακόμα υφίστανται. Η ενδυνάμωση της γυναικείας εργασίας στηρίχθηκε κυρίως στην επέκταση της ημι-απασχόλησης, σε μια περίοδο όπου ο άντρας ήταν ακόμα ο ‘πάτερ φαμίλιας’, το σχολείο ήταν καθαρά υπόθεση των αγοριών και το νοικοκυριό μια καθαρά γυναικεία υποχρέωση. Ο ρόλος της γυναίκας ήταν η αναπαραγωγή και του άντρα, η οικονομική στήριξη της οικογένειας.

Η κοινωνία μας προοδευτικά άρχισε να μετεξελίσσεται, χωρίς όμως να αφήνει πίσω κάποιες αντιλήψεις του παρελθόντος. Σήμερα, αν ο εργοδότης επιλέξει τον άντρα αντί της γυναίκας είναι, τελικά, λόγω διαφοράς παραγωγικότητας ή μία έμμεση διάκριση εις βάρος της γυναίκας; Η απλοποίηση ενός τέτοιου φαινομένου δεν χρησιμεύει. Η γυναίκα υπολογίζεται ότι θα εμφανίσει μειωμένη παραγωγικότητα λόγω πιθανής μητρότητας και διακοπών σταδιοδρομίας. Από την άλλη, αν η γυναίκα είναι ‘αιχμάλωτη’ μόνο στο ρόλο της μητέρας, υποδεέστερη από τον άντρα, πως μπορούμε να μιλάμε για ισότητα ευκαιριών;

Η θέση της γυναίκας στην κοινωνία καθορίζεται πολύ συχνά από στερεότυπες απόψεις των αντρών αλλά και των ίδιων των γυναικών. Η γυναίκα χαρακτηρίζεται ως λιγότερο ανταγωνιστική, λιγότερο ικανή να αντεπεξέλθει στο εργασιακό περιβάλλον, με αποτέλεσμα να βρίσκεται σε μικρότερη αναλογία σε υψηλόβαθμες θέσεις απ’ότι οι άντρες. Αντιθέτως, οι άντρες είναι πιο επιθετικοί, άξιοι και ανταγωνιστικοί για τις θέσεις εργασίας κυρίως στους επιστημονικούς και τεχνικούς τομείς. Αυτές είναι απόψεις που χτίστηκαν στο παρελθόν αλλά εξακολουθούν να διαιωνίζονται μέχρι και σήμερα.

Η ανάπτυξη της γυναικείας εργασίας μας φέρνει μπροστά σ’ένα φαινόμενο καθυστέρησης της γέννησης του πρώτου παιδιού ή μείωσης γενικά των παιδιών σε κάθε οικογένεια. Παρουσιάζεται επίσης το φαινόμενο όπου οι γυναίκες που ανεβαίνουν τα σκαλιά της ιεραρχίας, εμφανίζονται πιο ‘ανδροπρεπείς’, ούτως ώστε να μπορέσουν να διατηρηθούν στη θέση τους, να λαμβάνονται υπόψη και να μπορούν να αντεπεξέλθουν σ’ένα περιβάλλον ανδροκρατούμενο και απαιτητικό. Η κοινωνία μας αποτελούμενη από αλληλένδετους κρίκους, εξελίσσεται μεν σταδιακά, αλλά είναι σημαντικό να υπολογίσουμε ποιες θα είναι οι ‘παράπλευρες απώλειες’. Η συμφιλίωση της επαγγελματικής και οικογενειακής ζωής στο παρόν στάδιο αποτελεί το βασικότερο βήμα για μείωση της ανισομισθίας καθώς και για αλλαγή πλεύσης της γυναικείας εργασίας.

11η εντολή: μην απέχεις

11η Εντολή: Μην απέχεις.
Εδώ ο κόσμος χάνεται και εμείς ασχολούμαστε κατά πόσο θα ασκηθούν κυρώσεις σε όσους δεν προσήλθαν στις κάλπες για να ψηφίσουν στις δημοτικές εκλογές. Η αποχή από τις εκλογές θεωρείται παράπτωμα και εγώ σας ερωτώ τότε, γιατί το δικαίωμα του εκλέγειν γίνεται υποχρέωση; Από τη μία οραματιζόμαστε μια κοινωνία με ενεργούς πολίτες που να εκφράζουν την άποψη τους και να μη μένουν αδρανείς στα κυπριακά τεκταινόμενα και από την άλλη απειλούνται με κυρώσεις όσοι έπραξαν αυτό που τους αντιπροσωπεύει ή και τους βολεύει περισσότερο.
Οι κυρώσεις αυτές μάλλον μοιάζουν με ένα κυνήγι φαντασμάτων ενώ ένα ξεκάθαρο μήνυμα αναβοσβήνει στην οθόνη της κυπριακής κοινωνίας. Ο πολίτης απαξιώνει πλέον τις μακρόχρονες προεκλογικές εκστρατείες και τα ουτοπικά ‘θα’ των μελλοντικών πολιτικών που φιγουράρουν σε κάθε γωνιά των πόλεων. Οι κοκορομαχίες, που λαμβάνουν χώρα στους τηλεοπτικούς μας δέκτες καθημερινά για το ποιος έχει περισσότερο ή λιγότερο δίκιο, δεν επιτρέπουν στον απλό πολίτη να κατανοήσει το βαθύ στοχασμό (αν υπάρχει) του κάθε πολιτικού.
Και θέτω τον εξής προβληματισμό. Μήπως ο πολύς λαϊκισμός και οι ακατάπαυστοι αγώνες να εξωραϊστεί η διαδικασία των εκλογών οδηγούν στα αυξημένα πλέον φαινόμενα της αποχής; Ο νέος απόφοιτος θέλει ευκαιρίες εργασίας, ο φορολογούμενος αναζητεί που επενδύονται οι κόποι του, ο ασθενής επιθυμεί ένα σύστημα υγείας που να ανταποκρίνεται στις ανάγκες του, οι μαθητές ψάχνουν κίνητρα για το μέλλον τους και ο κάθε ένας από εμάς θέλει να έχει τα οφέλη που μια καλά οργανωμένη κοινωνία μπορεί και πρέπει να χορηγεί. Και εσείς τους θυμάστε όλους μόνο στους προεκλογικούς σας λόγους, με τα ‘θα’ να παρελαύνουν σημαιοστολισμένα και περήφανα λες και επιστρέφουν νικητές με λάφυρα από τη μάχη.
Αν το ‘δικαίωμα’ του εκλέγειν παραμείνει υποχρέωση, τότε πρέπει οι πολιτικοί να διαπραγματευτούν τα επικοινωνιακά τους μέσα. Είναι λογικό κάποιοι να προτιμούν να επιστρατεύσουν τους φίλους και να πάνε για ένα καφεδάκι, αντί να μπουν σε σκέψεις για το τι θα ψηφίσουν. Καμία ενοχή δε βαρύνει τη συνείδηση τους διότι απλά επιλέγουν να απέχουν, διότι δεν θεωρούν υποχρέωση τους να προσέλθουν στις κάλπες, διότι ίσως αυτό τους αντιπροσωπεύει.
Ήδη τελείωσαν οι βουλευτικές και οι δημοτικές εκλογές και τα όργανα άρχισαν πάλι, διότι οι προεδρικές καταφθάνουν. Κάντε και εσείς ένα break όπως λέμε αγγλιστί και άστε τον καθένα να συλλογιστεί. Ετοιμαστείτε και εμείς εδώ είμαστε δε χανόμαστε. Περιμένουμε να σας δούμε και πάλι περίτρανους να μας δηλώνετε τα όνειρα και τα οράματα που έχετε για αυτό τον τόπο. Αλλά μη ξεχνάτε πως αν θα σας αντέξει αυτή η ‘σκηνή’ θα φανεί στο χειροκρότημα και όχι με απειλές για κυρώσεις που θα επιβληθούν στον κάθε ένα που επέλεξε, μέσα σε αυτό το δημοκρατικό καθεστώς που ζούμε, να απέχει. Διότι πολύ απλά είναι δικαίωμα του καθενός να επιλέγει αυτούς που τον αντιπροσωπεύουν και πλέον κάποιοι ηχηρά επαναστατούν. Η αποχή είναι μια υπενθύμιση πως χρειαζόμαστε όλοι μια αλλαγή. Δεν είναι πολιτική έκφραση και δε πρέπει να γίνει καθημερινή συνήθεια. Αλλά αν δεν επέλθει η αλλαγή τότε η αποχή θα γίνει μια μόνιμη βουβή διαδήλωση.

Για να μην ξεχνιόμαστε

Για να μην ξεχνιόμαστε.
Μετά από πολλούς μήνες κι ενώ αποτελούσε κοινό μυστικό η έλλειψη νερού στα φράγματα μας, φθάσαμε σε σημείο να μιλάμε ξανά για περικοπές και για το πρόβλημα λειψυδρίας που υπάρχει στη Κύπρο. Ένα πρόβλημα που χρονολογείται ήδη από το παρελθόν αλλά παραμένει κλεισμένο σ’ένα ντουλάπι και παίρνει αναβολή στην αναβολή. Ένα γεγονός που έρχεται μόλις λίγους μήνες μετά από τις πυρκαγιές του καλοκαιριού όπου ‘θρηνήσαμε’ πολύ πράσινο και καθαρό αέρα.

Αλλά εμείς συνεχίζουμε τη καθημερινότητα μας ακάθεκτοι. Εξακολουθούμε να ‘εκμεταλλευόμαστε’ τη φύση και τα αγαθά της (όσα είναι διαθέσιμα, φυσικά, σ’ένα νησί όπου το καλοκαίρι έχει ξεκινήσει από το Μάρτιο) με μια μανία λες και δε θα υπάρξουν επόμενες γενεές. Επικρατεί ένας ‘εγωιστικός’ περιβαλλοντικός καταναλωτισμός χωρίς να μας καίγεται καρφί για το μέλλον. Οι βεράντες πρέπει να αστράφτουν από καθαριότητα, τα σπίτια πρέπει να είναι φωταγωγημένα, ο υπολογιστής και η τηλεόραση να είναι σε πολύωρη ‘stand by’ κατάσταση. Έτσι είμαστε και σ’ όποιον αρέσουμε.

Ενώ σε άλλες χώρες υπάρχουν και επικροτούνται διάφορες πρακτικές περιβαλλοντικής προστασίας, εμείς έχουμε τους κάδους ανακύκλωσης (όσοι έχουν παραμείνει) άδειους, και κρατάμε τις πλαστικές σακούλες με τις ντουζίνες φεύγοντας από τις υπεραγορές. Ενώ στην Ελλάδα βρίσκεται σε πειραματικό στάδιο η διαδικασία για μείωση των πλαστικών σακουλών, εμείς παραμένουμε πιο ‘παραδοσιακοί’. Πρακτικές οικολογικής συνείδησης υπάρχουν σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες και παράλληλα υπάρχουν ποινές για όσους δε συμμορφώνονται μ’ αυτές.

Θέλοντας την Κύπρο ένα πραγματικό ευρωπαϊκό κράτος, είναι καιρός έστω σε μικρά και καθημερινά πράγματα να ευαισθητοποιηθούμε. Κάδοι ανακύκλωσης θα έπρεπε να υπάρχουν σε όλες τις γειτονιές (χαρτί, γυαλί και πλαστικό) και η χρήση πλαστικών σακουλών θα έπρεπε ν’αποτελεί παρελθόν. Λύσεις υπάρχουν πολλές. Παραδείγματα περιβαλλοντικής ευαισθητοποίησης ακόμα περισσότερα. Δεν είναι αρκετό όμως να τα σκεφτόμαστε. Θα ήταν πολύ πιο αποδοτικό αν τα πράτταμε κιόλας. Οι καιρικές συνθήκες στη Κύπρο είναι πλέον γνωστές και σ’αυτές δε συμπεριλαμβάνονται, δυστυχώς, βροχές που θα μπορούσαν να γεμίζουν επαρκώς τα φράγματα μας. Είναι καιρός να γίνουμε πιο διορατικοί, αφήνοντας τις όποιες αναβολές στην άκρη. Και στη περίπτωση που δεν γνοιαζόμαστε για τους υπόλοιπους, ας σκεφτούμε ποια θα είναι η ‘φυσική κληρονομιά’ που θα αφήσουμε στα δικά μας παιδία και εγγόνια. Το περιβάλλον δεν χρειάζεται εγωισμούς. Πλέον χρειαζόμαστε μια συνειδητοποιημένη καθημερινότητα με απλές πρακτικές. Πρακτικές που δεν επιλύουν το μέγα πρόβλημα της υπερθέρμανσης του πλανήτη αλλά τουλάχιστον δεν το μεγεθύνουν περαιτέρω. Μπορεί να μην έχουμε πρόβλημα μεγάλης εκπομπής διοξειδίου του άνθρακα και η ατμόσφαιρα μας να είναι καθαρότερη από πολλές άλλες χώρες, όμως με μικρά και σταθερά, καθημερινά βήματα μπορούμε να ονομαζόμαστε περιβαλλοντικά συνειδητοποιημένοι για να μπορέσουμε να διατηρήσουμε ή καλύτερα να σώσουμε όση φυσική ομορφιά μας έχει απομείνει. Θα μπορούσε αυτό να αποτελέσει την απαρχή για ένα πιο ‘πράσινο’ αύριο. Έτσι απλά για να μην ξεχνιόμαστε.

Κάτι φταίει

Κάτι φταίει.

Η 11η Σεπτεμβρίου έφερε στην μόδα την τρομοκρατία. Μια λέξη που ακούμε πλέον καθημερινά και τρομάζει. Ειδήμονες και μη καθημερινά μας βομβαρδίζουν με προτάσεις για το πώς θ΄αντιμετωπιστεί αυτή την απειλή. Που πήγε όμως η κοινή λογική; Όταν οι ‘εξτρεμιστές μουσουλμάνοι’, όπως πολλοί αποκαλούν τους τρομοκράτες, χτύπησαν την Αμερική, τα βλέμματα στράφηκαν στο κακό που συνέβηκε. Δεν έφταιγαν οι απλοί πολίτες που ανατράπηκε η ζωή τους τόσο ξαφνικά. Τι κάναμε όμως όταν η παντοδυναμία αυτή άρχισε να εκδικείται;
Επικρατεί μια εμπόλεμη κατάσταση, ζωές χάνονται και όλοι κρύβονται πίσω από το δακτυλάκι τους για να μην κατονομάσουν τους ιθύνοντες, για να μην αναλάβουν τις ευθύνες. Είναι εύκολο να μιλάμε γι’ αυτούς που εμφανώς τρομάζουν τον κόσμο με ανορθόδοξα μέσα και ευκολότερο να βάζουμε τους εαυτούς μας στη θέση του θύματος. Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε πως πίσω από τον καθωσπρεπισμό της ‘Δύσης’ κρύβονται συμφέροντα, ή αν προτιμάτε ισχυρά ‘εγώ’. Είναι τόσο καλά καμουφλαρισμένα έτσι ώστε η Αμερική παρουσιάζεται πλέον το θύμα του αιώνα μας.
Οι τρομοκράτες σκοπεύουν στον τρόμο για να γίνει αισθητή η παρουσία τους στο παιχνίδι δυνάμεων με επικρατέστερες Μις Υφήλιος τις ανάγκες και τα καπρίτσια των πανταχού παρόντων. Οι τρομοκράτες τάραξαν τα νερά των πάρε δώσε, κατέκτησαν την προνομιούχα θέση των κακών σ’ ένα κόσμο που δεν διαχωρίζεται ο κακός από τον κάκιστο. Και εμείς για να καταπραΰνουμε τον πόνο μας, επιλέξαμε ως εξιλαστήριο θύμα, τον ‘Άλλο’, τον ‘αδύναμο’. Κοίτα να δεις όμως που αυτός ο αδύναμος θ’αρχίσει να χρησιμοποιεί ραδιενεργά μέσα και εμείς θα παρακολουθούμε λες και είναι Χολιγουντιανή ταινία.
Από τότε που οι Κου Κλουξ Κλαν ‘μάχονταν’ ενάντια του φεντεραλισμού, η τρομοκρατία υπήρχε. Επανήλθε αναδεικνύοντας την Αμερική πρωταγωνίστρια σε θεατρική σκηνή. Θα ήταν σοφότερο οι κυβερνήσεις να σκέφτονται διπλά πριν αφήσουν τις ζωές ανθρώπων στο έλεος των τρομοκρατών. Όταν ο κύριος Μπους δήλωνε συντετριμμένος, ‘γιατί μας χτύπησαν; Είμαστε καλοί άνθρωποι’, θα ήταν ορθότερο να σκεφτεί το Αφγανιστάν, το Ιράκ και πρόσφατα το Λίβανο και ν΄αναλογιστεί παρέα με τον κύριο Μπλερ πότε ήταν η τελευταία απόπειρα για πραγματικό διάλογο με τις χώρες που τόσο θέλουν να διαγράψουν από τον χάρτη.
Στα θρησκευτικά μαθαίναμε ν’ αγαπάμε τον πλησίον μας. Στα μαθηματικά, μάθαμε πως ένα και ένα ισούται με δύο. Οι ισορροπίες και εξισώσεις δεν έχουν πλέον υπόσταση. Οι δυνατοί γίνονται δυνατότεροι και οι αδύναμοι ακόμα πιο αδύναμοι, πάντα με την χείρα βοηθείας των ηγεμονικών κεφαλιών. Καθημερινά παρελαύνουν η ειρήνη, η συνεργασία, ο διάλογος σαν λέξεις δίχως νόημα. Ευτυχώς που υπάρχουν οι καλλιτέχνες και μας θυμίζουν πως η ζωή δεν είναι τόσο κενή, ο ρομαντισμός και η αγάπη ακόμα υπάρχουν, αλλιώς τα βομβαρδισμένα τοπία και οι σύνοδοι κορυφής θα μας καταντήσουν μαριονέτες σε θέατρο σκιών.
Προφανώς η τρομοκρατία δεν θεωρείται τρόπος επαναστατημένων νιάτων. Ούτε οι ύπουλες, εκδικητικές διπλωματίες διαφέρουν σε τίποτα από μια καθημερινή τρομοκρατία, εξαπλώνοντας τον ρατσισμό και καταπατώντας βασικά ανθρώπινα δικαιώματα. Η τρομοκρατία της καθημερινότητας δεν χαρακτηρίζει τον κόσμο που οι γενιές μας θέλουν να ζήσουν. Όταν μιλάμε για διάλογο και υπεράσπιση ανθρωπίνων δικαιωμάτων πρέπει να κατανοούμε την έννοια και όχι να εξωραΐζουμε τον λόγο μας. Όμορφα λόγια όλοι ξέρουμε να λέμε, αλλά σίγουρα ο κόσμος μας δεν είναι καθόλου αγγελικά πλασμένος.