Σε κάποια επαγγέλματα το απόρρητο και η εμπιστευτικότητα είναι ο νούμερο ένα κανόνας που πρέπει να τηρείται μεταξύ εκείνου που παρέχει υπηρεσίες και του πελάτη. Οι ιατροί, οι ψυχολόγοι, οι δικηγόροι είναι κάποια από τα παραδείγματα όπου ο επαγγελματίας χρειάζεται να σέβεται τα δεδομένα που του δίνονται από τον πελάτη του.
Η εμπιστευτικότητα, όπως αναφέρεται από τον Διεθνή Οργανισμό Τυποποίησης, αποτελεί ουσιαστικά τη διασφάλιση ότι οι πληροφορίες είναι διαθέσιμες σε εκείνους που μπορούν να έχουν πρόσβαση. Η εμπιστευτικότητα και η εχεμύθεια αποτελούν επίσης βασικούς κανόνες ηθικής σε μια επιχείρηση. Για παράδειγμα, όταν κάποιος επισκεφθεί ένα ψυχολόγο, είναι δεδομένο ότι όσα θα αναφερθούν στη διάρκεια της συνάντησης τους δεν θα γίνουν γνωστά σε τρίτους. Μέσω αυτού, ο ψυχολόγος χτίζει σιγά-σιγά την εμπιστοσύνη που χρειάζεται με τον θεραπευόμενο. Με την ίδια λογική, οι ιατροί εργασίας που υπάρχουν σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, εξετάζουν τον υποψήφιο πριν την πιθανή του πρόσληψη, και ετοιμάζουν απλά ένα σημείωμα αναφέροντας αν είναι ικανός ή όχι για εργασία, χωρίς όμως να σημειώνουν την ακριβή κατάσταση της υγείας του.
Μεταφέροντας αυτό το πλαίσιο, στο γενικότερο εργασιακό χώρο, στις πελατειακές σχέσεις είναι απαραίτητο να δημιουργηθεί ένα κλίμα εμπιστοσύνης. Πολλά συμβόλαια με τράπεζες, ασφαλιστικές ή άλλους οργανισμούς αναφέρουν στο τέλος ότι τα προσωπικά στοιχεία δεν θα χρησιμοποιηθούν πέρα από τα πλαίσια της υπογραφείσας δέσμευσης. Πέρα όμως από τη νομική αυτή υποχρέωση που έχει ο σχετικός οργανισμός, χρειάζεται και οι ίδιοι οι εργαζόμενοι να κατανοήσουν ότι αν έχουν σχέση με πελάτες, οι προσωπικές πληροφορίες τους δεν πρέπει να γίνονται θέμα προς συζήτηση στους διαδρόμους της εταιρείας.
Η εμπιστευτικότητα πρέπει να αποτελεί βασική αρχή της κάθε εταιρείας ανεξαρτήτως φύσεως προϊόντων ή υπηρεσιών που παρέχει, δεσμεύοντας, έτσι δεοντολογικά τους εργαζόμενους να την ακολουθούν.
Η εμπιστευτικότητα, όπως αναφέρεται από τον Διεθνή Οργανισμό Τυποποίησης, αποτελεί ουσιαστικά τη διασφάλιση ότι οι πληροφορίες είναι διαθέσιμες σε εκείνους που μπορούν να έχουν πρόσβαση. Η εμπιστευτικότητα και η εχεμύθεια αποτελούν επίσης βασικούς κανόνες ηθικής σε μια επιχείρηση. Για παράδειγμα, όταν κάποιος επισκεφθεί ένα ψυχολόγο, είναι δεδομένο ότι όσα θα αναφερθούν στη διάρκεια της συνάντησης τους δεν θα γίνουν γνωστά σε τρίτους. Μέσω αυτού, ο ψυχολόγος χτίζει σιγά-σιγά την εμπιστοσύνη που χρειάζεται με τον θεραπευόμενο. Με την ίδια λογική, οι ιατροί εργασίας που υπάρχουν σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, εξετάζουν τον υποψήφιο πριν την πιθανή του πρόσληψη, και ετοιμάζουν απλά ένα σημείωμα αναφέροντας αν είναι ικανός ή όχι για εργασία, χωρίς όμως να σημειώνουν την ακριβή κατάσταση της υγείας του.
Μεταφέροντας αυτό το πλαίσιο, στο γενικότερο εργασιακό χώρο, στις πελατειακές σχέσεις είναι απαραίτητο να δημιουργηθεί ένα κλίμα εμπιστοσύνης. Πολλά συμβόλαια με τράπεζες, ασφαλιστικές ή άλλους οργανισμούς αναφέρουν στο τέλος ότι τα προσωπικά στοιχεία δεν θα χρησιμοποιηθούν πέρα από τα πλαίσια της υπογραφείσας δέσμευσης. Πέρα όμως από τη νομική αυτή υποχρέωση που έχει ο σχετικός οργανισμός, χρειάζεται και οι ίδιοι οι εργαζόμενοι να κατανοήσουν ότι αν έχουν σχέση με πελάτες, οι προσωπικές πληροφορίες τους δεν πρέπει να γίνονται θέμα προς συζήτηση στους διαδρόμους της εταιρείας.
Η εμπιστευτικότητα πρέπει να αποτελεί βασική αρχή της κάθε εταιρείας ανεξαρτήτως φύσεως προϊόντων ή υπηρεσιών που παρέχει, δεσμεύοντας, έτσι δεοντολογικά τους εργαζόμενους να την ακολουθούν.
(Φιλελεύθερος, 23/08/2009)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου