Η συγκριτική προτυποποίηση, ή πιο γνωστό ως benchmarking, αποτελεί μια από τις πιο δημοφιλείς τεχνικές στρατηγικής. Με λίγα λόγια, είναι η συστηματική σύγκριση μίας ή περισσοτέρων επιχειρησιακών στρατηγικών ή διαδικασιών με εκείνες των ανταγωνιστικών εταιρειών.
Το Benchmarking είναι χρήσιμο για όλες τις λειτουργίες μιας επιχείρησης, και δίνει τη δυνατότητα στα στελέχη της εταιρείας να αναγνωρίσουν εκείνα τα βήματα που πρέπει να υιοθετηθούν ώστε να μπορεί να διεκδικήσει μια θέση στη κούρσα του ανταγωνισμού.
Πρώτο σημαντικό, όμως, βήμα είναι να αναγνωριστεί από την εταιρεία ότι έχει αδυναμίες ή επιχειρηματικούς κινδύνους. Η τεχνική αυτή πρωτοεμφανίστηκε εν μέρει από τη Harley Davidson, μετά την εξάπλωση της γιαπωνέζικής βιομηχανίας, τη δεκαετία του ’60, και φυσικά αποτέλεσε μία από τις τεχνικές που για δεκαετίες πλέον χρησιμοποιήθηκε επανειλημμένα από μεσαίες και μεγάλες επιχειρήσεις.
Η αποκωδικοποίηση των καλύτερων πρακτικών που υπάρχουν στην αγορά, από τους καλύτερους στο είδους τους, η αναγνώριση των αναγκών και των αδυναμιών, και η προσπάθεια επιβίωσης στο ανταγωνιστικό περιβάλλον οδηγούν τις επιχειρήσεις σε μία αναζήτηση δυνάμεων, για βελτίωση της ποιότητας και χρήσης των καλύτερων πρακτικών και λειτουργιών.
Το benchmarking δεν είναι αντιγραφή πρακτικών και λειτουργιών, αλλά η προσπάθεια αναγνώρισης και κατανόησης των πετυχημένων μεθόδων των ανταγωνιστικών επιχειρήσεων. Θα ήταν σφάλμα η επιχείρηση να προχωρήσει σε αντιγραφή άλλων στρατηγικών. Αυτό είναι και ένα από τα μειονεκτήματα της τεχνικής. Δεν είναι πάντα εύκολο να γίνει κατανοητό ένα εφαρμόσιμο benchmarking, γι’ αυτό και συχνά θεωρείται αντιγραφή ή ‘κατασκοπεία’ άλλων επιχειρήσεων.
Πέρα όμως των πιο πάνω, η τεχνική αυτή προσανατολίζει την επιχείρηση προς την αγορά, και το ενδιαφέρον της προς τους ανταγωνιστές. Το πλέον όμως σημαντικό, είναι το γεγονός ότι η επιχείρηση προσπαθεί να πετύχει ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα σε τομείς κλειδιά, μαθαίνοντας και από τις εμπειρίες και τις πρακτικές των άλλων.
Το Benchmarking είναι χρήσιμο για όλες τις λειτουργίες μιας επιχείρησης, και δίνει τη δυνατότητα στα στελέχη της εταιρείας να αναγνωρίσουν εκείνα τα βήματα που πρέπει να υιοθετηθούν ώστε να μπορεί να διεκδικήσει μια θέση στη κούρσα του ανταγωνισμού.
Πρώτο σημαντικό, όμως, βήμα είναι να αναγνωριστεί από την εταιρεία ότι έχει αδυναμίες ή επιχειρηματικούς κινδύνους. Η τεχνική αυτή πρωτοεμφανίστηκε εν μέρει από τη Harley Davidson, μετά την εξάπλωση της γιαπωνέζικής βιομηχανίας, τη δεκαετία του ’60, και φυσικά αποτέλεσε μία από τις τεχνικές που για δεκαετίες πλέον χρησιμοποιήθηκε επανειλημμένα από μεσαίες και μεγάλες επιχειρήσεις.
Η αποκωδικοποίηση των καλύτερων πρακτικών που υπάρχουν στην αγορά, από τους καλύτερους στο είδους τους, η αναγνώριση των αναγκών και των αδυναμιών, και η προσπάθεια επιβίωσης στο ανταγωνιστικό περιβάλλον οδηγούν τις επιχειρήσεις σε μία αναζήτηση δυνάμεων, για βελτίωση της ποιότητας και χρήσης των καλύτερων πρακτικών και λειτουργιών.
Το benchmarking δεν είναι αντιγραφή πρακτικών και λειτουργιών, αλλά η προσπάθεια αναγνώρισης και κατανόησης των πετυχημένων μεθόδων των ανταγωνιστικών επιχειρήσεων. Θα ήταν σφάλμα η επιχείρηση να προχωρήσει σε αντιγραφή άλλων στρατηγικών. Αυτό είναι και ένα από τα μειονεκτήματα της τεχνικής. Δεν είναι πάντα εύκολο να γίνει κατανοητό ένα εφαρμόσιμο benchmarking, γι’ αυτό και συχνά θεωρείται αντιγραφή ή ‘κατασκοπεία’ άλλων επιχειρήσεων.
Πέρα όμως των πιο πάνω, η τεχνική αυτή προσανατολίζει την επιχείρηση προς την αγορά, και το ενδιαφέρον της προς τους ανταγωνιστές. Το πλέον όμως σημαντικό, είναι το γεγονός ότι η επιχείρηση προσπαθεί να πετύχει ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα σε τομείς κλειδιά, μαθαίνοντας και από τις εμπειρίες και τις πρακτικές των άλλων.
Φιλελεύθερος, 21/02/2010
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου